Πολυνησία

Πολυνησία
η о-ва Полинезия

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "Πολυνησία" в других словарях:

  • Πολυνησία Γαλλική — Υπερπόντιο Έδαφος της Γαλλικής Δημοκρατίας, στην Ωκεανία, που αποτελείται από πάνω από μια εκατοντάδα νησιά και νησάκια, συναθροιζόμενων στις διοικητικές περιοχές Ιλ ντε λα Σοσιετέ (Προσήνεμα Νησιά, 1173 τ. χλμ. · Υπήνεμα Νησιά, 474 τ. χλμ. ·… …   Dictionary of Greek

  • Πολυνησία — Με την ονομασία αυτή χαρακτηρίζεται η ανατολικότερη από τις τρεις ζώνες στις οποίες υποδιαιρείται συνήθως η Ωκεανία. Περιλαμβάνει, εκτός από τη συστάδα της Χαβάης, που είναι απομονωμένη στα Β, μια σειρά από αρχιπελάγη, διατεταγμένα προς τα Α του… …   Dictionary of Greek

  • Πολυνήσιος — ο, θηλ. Πολυνησία, Ν ο κάτοικος τής Πολυνησίας ή αυτός που κατάγεται από την Πολυνησία …   Dictionary of Greek

  • Ωκεανία — Με αυτόν τον όρο χαρακτηρίζεται ολόκληρος ο νησιωτικός κόσμος που βρίσκεται στον Ειρηνικό ωκεανό, εκτείνεται προς Α των νησιωτικών συγκροτημάτων της ανατολικής Ασίας, της Νέας Γουινέας και της Αυστραλίας και προς Δ των νησιών του ανατολικού… …   Dictionary of Greek

  • κοσμογονία — Το σύνολο των μύθων και των παραδόσεων που ερμηνεύουν την προέλευση του κόσμου και του ανθρώπου. Η έννοια της κ. δεν αντιστοιχεί πάντοτε στην έννοια της δημιουργίας. Σε ορισμένες περιπτώσεις περιγράφεται ως μεταμόρφωση μιας αδιαφοροποίητης… …   Dictionary of Greek

  • πιρόγα — Υποτυπώδες σκάφος, διάφορων τύπων, που κινείται γενικά με κουπιά και χρησιμοποιείται έως σήμερα από μη τεχνολογικά εξελιγμένους πληθυσμούς, προπάντων στα αρχιπελάγη του Ειρηνικού και Iνδικού ωκεανού. Στις απλούστερες μορφές της, η π.… …   Dictionary of Greek

  • πολυνησιακός — ή, ό, Ν 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην Πολυνησία και στους Πολυνησίους (α. «πολυνησιακά έθιμα» β. «πολυνησιακές γλώσσες»). [ΕΤΥΜΟΛ. < Πολυνησία. Η λ. μαρτυρείται από το 1898 στον Γ. Ν. Χατζιδάκι] …   Dictionary of Greek

  • Αυστραλία — Κράτος της Ωκεανίας, ανάμεσα στον Ινδικό και τον Ειρηνικό ωκεανό, που περιλαμβάνει την ομώνυμη μεγάλη νήσο του νότιου Ειρηνικού (λόγω του μεγέθους θεωρείται ηπειρωτικό έδαφος), την Τασμανία και άλλα νησιά.Κράτος της Ωκεανίας, ανάμεσα στον Ινδικό… …   Dictionary of Greek

  • Σαμόα — Συκρότημα νησιών της Ωκεανίας στο Νότιο Ειρηνικό Ωκεανό.Tο κράτος των Δυτικών Σαμόα (οι Aνατολικές ανήκουν στις Hνωμένες Πολιτείες) έχει επιφάνεια 2.944 τ.χλμ. O πληθυσμός είναι περίπου 178. 631 και από όλες τις μικρές αποικίες της Ωκεανίας είναι …   Dictionary of Greek

  • Topónimos griegos — Anexo:Topónimos griegos Saltar a navegación, búsqueda Esta es una lista de topónimos griegos tradicionales, es decir, una lista de topónimos que existen en griego. Esto incluye: Lugares que tuvieron protagonismo en la historia de la cultura… …   Wikipedia Español

  • Anexo:Topónimos griegos — En este artículo se detectó el siguiente problema: Carece de fuentes o referencias que aparezcan en una fuente acreditada. Por favor, edítalo para mejorarlo, o d …   Wikipedia Español


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»